Λυκίνου

Λυκίνου
Λύκινος
masc gen sg
Λυκί̱νου , Λυκῖνος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ανδρών — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Εφέσιος συγγραφέας (5ος αι. π.Χ.). Έγραψε σύγγραμμα για τους Επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας με τον τίτλο Τρίπους. 2. Αθηναίος πολιτικός (5ος αι. π.Χ.). Ήταν πατέρας του Ανδροτίωνα και μέλος της κυβέρνησης των… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”